O «Ήρεμος Ντον» του Μιχαήλ Αλιξάντροβιτς Σόλαχαφ είναι ένα από τα σημαντικότερα
μυθιστορήματα που γράφτηκαν στα χρόνια της ΕΣΣΔ. Έως το 1980 είχαν πωληθεί περίπου 80 εκατομμύρια αντίτυπα του βιβλίου, το οποίο είχε μεταφραστεί σε 84 τουλάχιστον γλώσσες. Χάρισε στον συγγραφέα το Κρατικό ΒΡΑΒΕΙΟ Λογοτεχνίας της ΕΣΣΔ (τότε Βραβείο Στάλιν) το 1941 κι ένα Νομπέλ το 1965, μαζί με απίστευτα εγκώμια εκ μέρους των κριτικών, οι οποίοι χαρακτήριζαν τον Σόλαχαφ ως «Σοβιετικό Ταλστόι».
μυθιστορήματα που γράφτηκαν στα χρόνια της ΕΣΣΔ. Έως το 1980 είχαν πωληθεί περίπου 80 εκατομμύρια αντίτυπα του βιβλίου, το οποίο είχε μεταφραστεί σε 84 τουλάχιστον γλώσσες. Χάρισε στον συγγραφέα το Κρατικό ΒΡΑΒΕΙΟ Λογοτεχνίας της ΕΣΣΔ (τότε Βραβείο Στάλιν) το 1941 κι ένα Νομπέλ το 1965, μαζί με απίστευτα εγκώμια εκ μέρους των κριτικών, οι οποίοι χαρακτήριζαν τον Σόλαχαφ ως «Σοβιετικό Ταλστόι».
Το τετράτομο έργο (με 8 μέρη) γράφτηκε από το 1926 έως το 1940 και δημοσιευόταν σε συνέχειες σε διάφορα έντυπα [π.χ. τα λογοτεχνικά περιοδικά «Октябрь» (Οχτώβρης) και«Новый мир» (Νέος Κόσμος)]. Περιγράφει τις περιπέτειες μιας οικογένειας Κοζάκων εγκατεστημένων στην περιοχή της Βιοσένσκαγια, κοντά στο Ραστόφ. Ο πατριάρχης των Μέλεχοφ, παππούς του κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματος, επέστρεψε από τον Κριμαϊκό Πόλεμο παντρεμένος με μια Τατάρισσα, η οποία είχε αντιμετωπιστεί από τους συγχωριανούς με περιφρόνηση και φόβο κι είχε κατηγορηθεί για μάγισσα. Ακόμη και στην εποχή κατά την οποία διαδραματίζεται η υπόθεση του έργου τα μέλη της οικογένειας έχουν το προσωνύμιο «Τούρκοι»Παρά την τεράστια επιτυχία του και την καταξίωση που προσέφερε στον συγγραφέα, το μυθιστόρημα είχε ταραχώδη ιστορία, αντιμετωπίζοντας ευθύς εξαρχής κατηγορίες για λογοκλοπή. Με το που άρχισε να δημοσιεύεται το έργο σε συνέχειες, υπήρξαν αρκετοί που υποστήριξαν ότι ο Σόλαχαφ είχε απλώς αντιγράψει το αδημοσίευτο βιβλίο του Κοζάκου συγγραφέα και φανατικού αντιμπολσεβίκου Φιόνταρ ΝτμίτριεβιτςΚριούκοφ, ο οποίος πέθανε το 1920 από τυφοειδή πυρετό. Οι κατηγορίες αναζωπυρώθηκαν το 1974, όταν δημοσιεύθηκε στο Παρίσι ένα ανώνυμο άρθρο, γραμμένο από κάποιον κριτικό λογοτεχνίας. Μεταξύ των προσώπων που σε διάφορες εποχές κατηγόρησαν τον Σόλαχαφ για λογοκλοπή καταλέγονταν η Σβιτλάνα Αλλιλούγεβα, κόρη του Στάλιν, κι ένας από τους γνωστότερους Ρώσους αντιφρονούντες, ο συγγραφέας Αλιξάντρ Σαλζενίτσιν. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι το θέμα δεν έχει κλείσει οριστικά, η επικρατούσα άποψη συνηγορεί υπέρ της γνησιότητας του έργου (ακόμη και η στατιστική ανάλυση φαίνεται να την αποδεικνύει, ενώ έχουν βρεθεί και τα χειρόγραφα του Σόλαχαφ, για τα οποία όλοι πίστευαν ότι είχαν χαθεί κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου).
Θα ήταν ίσως άδικο να σταθούμε στην ιστορία της λογοκλοπής. Όχι μόνο γιατί, κατά πάσα πιθανότητα, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αλλά και γιατί δεν ωφελεί να χρονοτριβούμε με ορισμένα ζητήματα όταν η Ιστορία της λογοτεχνίας έχει ήδη αποφανθεί, άλλως θα αρχίσουμε να διαφωνούμε για την πατρότητα π.χ. τωνσαιξπηρικών έργων.
Κυρίως, όμως, θα αδικούσαμε την αδιαμφισβήτητη λογοτεχνική αξία του μυθιστορήματος. Πρόκειται για μια αριστοτεχνική παρουσίαση ενός θέματος κλασσικού για την παγκόσμια λογοτεχνία: πώς οι απλοί άνθρωποι παρασύρονται στη δίνη των γεγονότων της Μεγάλης Ιστορίας. Από την άποψη αυτή, η σύγκριση με τον Ταλστόι και ειδικότερα το «Πόλεμος και Ειρήνη» είναι απολύτως επιτυχημένη. Άδικη είναι επίσης η κατηγορία περί έργου φιλοσοβιετικής προπαγάνδας. Ο Γκριγκόρι απέχει πολύ από το πρότυπο του σοβιετικού ήρωα (καταλήγει, άλλωστε, αντίπαλος των μπολσεβίκων), ενώ το μυθιστόρημα υπέστη εκτεταμένη λογοκρισία για να πάρει άδεια δημοσίευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου